ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ
– ΚΑΛΛΙΑΝΙΩΤΗ ( 1918 – 2007)
Η ιστορία της μητέρας μου
1ο μέρος, από Μανσούρα - Αλεξάνδρεια 1918-1949
Μα πως ένας Γεράσιμος ( όνομα προφανώς Κεφαλλονίτικο) είχε βρεθεί στην Λακωνία ; Η έρευνα την δεκαετία του 1970 των αρχείων από τον συμβολαιογράφο Σπάρτης Μίμη Ανδριτσάκη έδειξε , ότι ο οπλαρχηγός Νικόλας Γεράσιμος ( παππούς του παππού μου), είχε ακολουθήσει τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, το 1820 , όταν αυτός διέρρηξε τις σχέσεις του με τους Εγγλέζους κατόχους τότε της Επτανήσου και μαζί με άλλους πήγε προς την Μάνη.
Ο παππούς μου λοιπόν, καθώς μας λείπουν άλλες πληροφορίες, φαίνεται ότι μεγαλώνει και ανδρώνεται στην Μανσούρα όπου ασχολείται επιτυχώς με διάφορες επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα σεβαστή περιουσία.
Συνάπτει έναν πρώτο γάμο, αλλά παιδιά δεν
έρχονται και η σύζυγός του πεθαίνει.
Η μητέρα της πρώτης του συζύγου του λέει :
Νικόλα, δεν θα σε αφήσω έτσι, θα σε παντρέψω εγώ !
Στην Σπάρτη ζούσε η οικογένεια Ζαβάκου με έντεκα παιδιά, τρία αγόρια και οκτώ κορίτσια. Η δεύτερη κόρη τους η Φωτεινή, ήταν 25 ετών και εκείνη την εποχή πλησίαζε να θεωρηθεί μεγαλοκοπέλλα…
Σπάρτη 1965, σπίτι θείας Δέσπως Ζαβάκου - Οικονομοπούλου, στο μπαλκόνι, οι θείες στα μαύρα.
Πίνακας των γονιών της Φωτεινής
Ζαβάκου, ζωγραφισμένος στο Σικάγο βάσει φωτογραφίας
( παραγγελία της αδελφής της Φωτεινής, Κατίνας Ζαβάκου -
Συκαρά )
Σικάγο, 1996. Ο δισέγγονός τους Γιάννης Καλλιανιώτης μπροστά στο …γενεαλογικό δέντρο
Την παραμονή του Άη-Γιαννιού ( 24 Ιουνίου), όπως και άλλες ανύπαντρες κοπέλλες, είχε μετά από νηστεία πάει στο πηγάδι για να φέρει το περίφημο αμίλητο νερό. Κατά το έθιμο, στο νερό του πηγαδιού, ήταν πιθανό να δει την εικόνα του άνδρα που θα παντρευόταν.
Εκείνο το πρωϊ η Φωτεινή είδε να καθρεφτίζεται
στην επιφάνεια του νερού του πηγαδιού, ένας φαλακρός γαλανομάτης. Απόρησε,
αλλά, μιλιά !
Φωτεινή, Κώστας, Τάκης, Κούλα, Μπέμπα, Γιάννης, Νικόλας
Το 1913 γεννήθηκε ο Παναγιώτης (Τάκης, † 1992), την Πρωτοχρονιά του 1916 η Βασιλική ( Κούλα, †1999 ) και αργότερα την ίδια χρονιά ο Γιάννης (†1954). Ακολούθησε το 1918, η Αγγελική (Μπέμπα, † 2007) και το 1921-23 ο Κώστας (†1957).
Οι πατεράδες δεν μιλιόντουσαν, ενώ οι σύζυγοί τους προσπαθούσαν να τα συμβιβάσουν και επικοινωνούσαν απουσία μαρτύρων…
Το διαμέρισμά τους ήταν ευρύχωρο χωρίς μεγάλες πολυτέλειες. Ήταν με ενοίκιο, όπως τα περισσότερα σπίτια των εμπορευομένων, οι οποίοι θεωρούσαν την ιδιόκτητη κατοικία ως περιττή δέσμευση κεφαλαίου.
Εμείς τα παιδιά, το επισκεφθήκαμε μια φορά την δεκαετία του 1960, στην μοναδική μας επίσκεψη στην Μανσούρα, όταν το κατοικούσε ο θείος Τάκης με την οικογένειά του. Θυμάμαι την οροφή του μπάνιου, όπου ήταν στερεωμένα γυάλινα κουπάκια που φιλτράριζαν με γοητευτικό τρόπο το φως της ημέρας.
Μπροστά καθισμένα τα παιδάκια: Βαρβάρα Λιάκου, Μπέμπα Γερασίμου και μπροστά της ο Κώστας Γεράσιμος, δίπλα η Κούλα Γερασίμου και η Αθηνά Αναστασοπούλου.
Όρθια παιδάκια (χ) και Γιάννης Γεράσιμος, Ευγενική Γερασίμου- Ρασσιά, η νύφη Μαρία Θωμοπούλου, ο γαμπρός Γιάννης Προβιάς, η Σοφία Ψυχογιού-Αναστασοπούλου κρατώντας τον Τάκη Γεράσιμο, άγνωστη.
Πίσω από την νύφη ο Σπύρος Λιάκος παιδάκι, ο Πάνος Προβιάς, δίπλα του η αδελφή του Χριστίνα σύζυγος Αναστάση Γεράσιμου και η συννυφάδα της Φωτεινή σύζυγος Νικόλα. Πίσω από την Χριστίνα, η Χρυσούλα κι ο Μήτσος Ανδριτσάκης και η Αργυρώ (Λούλα) Αναστασοπούλου. Πίσω της ο Ηλίας Γρηγορίου. Δίπλα του άγνωστη με (πιθανόν) τον Γιώργο Λιάκο, άγνωστος και (πιθανόν) η Πολυτίμη Λιάκου με τον δίδυμο αδελφό του Γιώργου, Κώστα. Πίσω της ο Παναγιώτης Ανδριτσάκης (πατέρας Φιφίκας και Νανάς), ο Αναστάσης Γεράσιμος και (πιθανόν) ο Γιώργος Ανδριτσάκης (Τσουκαλάς).
Στην κορυφή στην μέση ο Νικόλας Γεράσιμος, πίσω του ο Αθανάσιος Αναστασόπουλος (;), μπροστά του ο Γιώργος Γρηγορίου (ευεργέτης), ο Σιντ Αχμεντ και ίσως ο Μιμίκος Θωμόπουλος; Μπροστά στον Νικόλα Γεράσιμο ο Νάσος Γαροφάλλου και ο Δημήτρης ( Τζίμης) Αναστασόπουλος
Ουδείς χαμογελά. Συλλογή Μίλλυς Προβιά - Γιαννακάκη.
Φωτεινή Ζαβάκου-Γερασίμου και Σοφία Ψυχογυιού-Αναστασοπούλου
Ένα ταξίδι το 1919
Τους περιμένουν δύσκολα. Η οικονομική καταστροφή των συζύγων τους ήταν αμείλικτη. Πρωτη ήρθε αυτή του Αθανάσιου Αναστασόπουλου το 1927. Υποκύπτει σε καρδιακή ανακοπή. Ο ένας τους γιός ο Γιάννης θα πεθάνει το 1935, μόλις 20 χρονών, ενώ ο άλλος, ο Τζίμης γλυτώνει από τυφοειδή πυρετό.
Ο θεράπων ιατρός, έχοντας χάσει κάθε ελπίδα, είχε δώσει της μάννας ένεση μορφίνης, γιά να τελειώνουν τα βάσανα του παλληκαριού. Η μάννα μετά από πολλή ώρα, βουβή, τσάκισε την ένεση κάτω από το πόδι της.
Ήταν Μεγάλη Παρασκευή απόγευμα, σε λίγο το παιδί συνήλθε. Όταν το διηγείτο ο Μπάρμπα Τζίμης, μαζί με την ένεση, τσάκιζε και η φωνή του.
Η Βασιλική μετά τα πρώτα γράμματα, πήγαινε στο Γαλλικό σχολείο των Bonnes Sœurs.
Εν τω μεταξύ εδραιώνεται και το Ελληνικό Σχολείο. Έτσι τα μικρότερα παιδιά πηγαίνουν εκεί, με τον οδηγό, κι ’ ένα από τα δύο αυτοκίνητα της οικογένειας, στο σχετικά απόμακρο και εξοχικό Τοριέλ. Το αυτοκίνητο επέστρεφε το μεσημέρι για να τους φέρει το ζεστό μεσημεριανό τους, μαζί με τις όποιες παραγγελίες του Διευθυντού κ. Χιωτίνη, ανάλογα με τις ελλείψεις της τροφοδοσίας του Σχολείου.
Εν τω μεταξύ στο σχολείο, κάτι ήδη συνέβαινε μεταξύ συμμαθητών...
Μπέμπα Σπύρος
Γιά να τους δούμε από πιό κοντά...
Τα χρόνια προχωρούσαν και ο Τάκης μόλις είχε γραφτεί στο Αμερικάνικο Πανεπιστήμιο της Βηρυττού, ενώ η Μπέμπα ετοιμαζόταν για το κονσέρτο πιάνου της, στο Κονσερβατουάρ. Της είχαν ράψει για την περίσταση, μακρύ φόρεμα από Ελβετική οργκαντίνα με μικρά βελούδινα πουά που μεγάλωναν όσο μάκραινε το φόρεμα, σε ροζ-μωβ αποχρώσεις.
Οι δικαστικοί κλητήρες όρμησαν στο σπίτι. Η Φωτεινή τους είδε από το μπαλκόνι και πήγε στο μεγάλο χρηματοκιβώτιο στην κρεββατοκάμαρα. Με γρήγορες κινήσεις πήρε χρεώγραφα και τα έκρυψε κάτω από το κρεββάτι. Μετά έκλεισε το χρηματοκιβώτιο και έμεινε όρθια στο δωμάτιο κυττάζοντας ήρεμα και σταθερά τους κλητήρες. Αυτοί χαιρέτισαν με σεβασμό, άδειασαν το χρηματοκιβώτιο και χωρίς άλλη έρευνα απεχώρησαν.
Αυτά τα χρεώγραφα επέτρεψαν την επιβίωσή τους για κάποιο διάστημα και ο Νικόλας άνοιξε ένα μικρό μπακάλικο.
Ο Τάκης εκδιώχτηκε από το Πανεπιστήμιο, όχι πιά για αταξίες αλλά για…αφραγκίες.
Η Κούλα γύρισε διωγμένη από τις Bonnes Sœurs και άρχισε απελπισμένη να τρίβει το ξύλινο πάτωμα ενώ τα δάκρυα έτρεχαν. Θα ήταν η αρχή της μανίας της με την καθαριότητα.
Τα μικρότερα παιδιά συνέχισαν στο Ελληνικό Σχολείο, ως επιχορηγούμενοι πιά και όχι ως χορηγοί.
Ο Τάκης διορίστηκε γραφέας στην Κοινότητα, η Κούλα έμεινε στο σπίτι.
Αυτά τα χρόνια στάθηκαν πολύ δύσκολα. Κάποια βράδυα τα παιδιά περίμεναν στο μπαλκόνι, πότε θάρθει ο πατέρας με ένα κομμάτι τυρί από το μπακάλικο, για βραδυνό.
Άλλες φορές ο πατέρας φώναζε την Κούλα την πιο ασθενική από τα παιδιά, να κατέβει δήθεν για να βοηθήσει. Ήταν για να της δώσει την μοναδική μπανάνα που είχε φέρει, ώστε να την φάει στην σκάλα και να μην δούνε τα άλλα αδέλφια και ζηλέψουνε.
Ο αδελφός του Νικόλα, ο Αναστάσης, ευκατάστατος, κρατά αποστάσεις από την χειμαζόμενη οικογένεια. Αναλαμβάνει όμως τα έξοδα σπουδών στην Αθήνα, του Ντίνου Κουτσούμη, συμμαθητή του ανηψιού του Γιάννη.
Οι εύποροι της Μανσούρας θα χρηματοδοτήσουν τις σπουδές του Γιάννη Γεράσιμου στην Ιατρική Σχολή της Αθήνας.
Τέρμα Πατησίων 31/8/1935.
Στο κέντρο ο Γιαννάκης Γεράσιμος. Στα δεξιά του ο Γιώργος Αθ. Ανδριτσάκης
Η Αθήνα καλοδέχεται τον νεαρό Αιγυπτιώτη και η φοιτητική ζωή έχει φαίνεται ακόμη κάτι από το άρωμα του «Βαφτιστικού».
Στα Τσίντζινα, χωριό του Πάρνωνα στα 1.100 μέτρα υψόμετρο, κατοικούμενο μόνο τα καλοκαίρια, τα σόγια από την Γκορυτσά και την Σπάρτη, αγκαλιάζουν τον νεαρό φοιτητή.
Τσίντζινα γύρω στο 1935. Πρώτος αριστερά Γιάννης Γεράσιμος. Πίσω δεύτερη από αριστερά Ευγενική Γερασίμου-Ρασιά.
Τσίντζινα γύρω στο 1935.
Ταράτσα Λαϊκού Νοσοκομείου, δεξιά η Κούλα Γερασίμου, πιθανόν μετά από μικροεπέμβαση.
Τον Γιάννη επισκέπτεται η αδελφή του Κούλα και με μεγάλες φοιτητοπαρέες βγαίνουν στα ταβερνάκια της εποχής, μιά φορά και στην θρυλική «Μάντρα» του Αττίκ.
Όχι για φαγητό βέβαια. Φρούτα και λίγο κρασί.
Για την περίσταση το ατελιέ ραπτικής της Κας Τ. θαυμάστριας των μελλοντικών γιατρών θα δανείσει βραδυνά φορέματα στις κοπελλίτσες : Προσοχή κορίτσια, τα φορέματα και τα μάτια σας ! Τα παραδίδω αύριο !
Φωτογραφία-απόσταγμα Αιγυπτιωτισμού: μηχανοκίνητη λάντσα με το Ελληνικότατο όνομα Ήβη, με φόντο κλασσικό Νειλωτικό τοπίο με φελούκα με το χαρακτηριστικά καμπύλο τριγωνικό πανί.
Δεύτερος από αριστερά, ίσως ο Στέλιος Καλλιανιώτης και αγκαλιασμένες η Μπέμπα Γερασίμου και η Βάσω Ραντοπούλου.
Ρας ελ Μπάρ ? Αριστερά η Μπέμπα, δεξιά ο Τάκης
Τηλεγράφημα της 20/4/1938, ώρα 19.48 : Therma siharitiria Yanakis pire diploma Yianari
Ο Γιάννης θα αποφοιτήσει το 1938. Το 1939 μετά από διαγωνισμό θα διοριστεί βοηθός της Α! Παθολογικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Αργότερα θα γίνει Επιμελητής στο Λαϊκό Νοσοκομείο.
ΦΕΚ διορισμού Ιωάννη Γερασίμου
Ο μικρότερος αδελφός του ο Κώστας έχει ήδη εμφανίσει Παρκινσονισμό. Η οικογένεια θα τον στείλει στον αδελφό του στην Αθήνα, για καλυτερη ιατρική φροντίδα. Θα αποκλειστούν εκεί το 1940 και θα περάσουν μαζί τις κακουχίες της Κατοχής.
Ο πρώτος που θα τους ξαναδεί είναι ο Τάκης, που συμπεριλήφθηκε στην Κυβερνητική αποστολή Γεωργίου Παπανδρέου από την Αλεξάνδρεια και μέσω Ιταλίας έφθασε στην Αθήνα. Εν μέσω ανταλλαγής πυρών του Εμφυλίου ( ανταρτοπόλεμο τον λέγαν τότε), θα διασχίσει την πόλη για να φθάσει στο καταφύγιο των αδελφών του στο Λαϊκό Νοσοκομείο, με μια κονσέρβα κρέας.
Ο Τάκης Γερασίμου επιστρατεύτηκε γύρω στο 1941-2 και μέχρι τις αρχές του 1945, η αδελφή του Μπέμπα τον αντικαθιστά στην Κοινότητα, ώστε να μην χαθεί το μοναδικό μηνιάτικο της οικογένειας.
Ο Τάκης και η Μπέμπα στην Αλεξάνδρεια στην βάση του αγάλματος του Σάαντ Ζαγλούλ
Ο πατέρας τους Νικόλας έχει πεθάνει περίπου το 1940, σχεδόν 90 ετών.
Η ανάμνηση της Μπέμπας από τα 40 του πατέρα της : μας έρραψαν μαύρα φορέματα και μας αγόρασαν μαύρες καπελίνες, για το μνημόσυνο στην εκκλησία.
Η Μπέμπα δακτυλογραφεί στην Κοινότητα, όπου εργάζεται και ο άλλοτε συμμαθητής της Σπύρος Καλλιανιώτης. Εξπέρ στην γραφομηχανή, προσφέρεται να της ελαφρύνει τον εργασιακό φόρτο. Εκείνη επωφελείται για να τελειοποιεί τα θαυμαστά της κεντήματα. Πολύ αργότερα δείχνοντας τις περίτεχνες βελονιές, θα μας πεί : βλέπετε ; εκεί είναι τα μάτια μου…
Ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος στάθηκε για την
Μανσούρα μιά περίεργη γιορτή. Πόλη του εσωτερικού, γύρω της στάθμευαν
πολυποίκιλα στρατεύματα. Οι ξένες παροικίες έπλεκαν, έραβαν πρόσφεραν σε χρήμα
και σε είδος, αλλά και φρόντιζαν για την ψυχαγωγία των στρατευμένων.
Ποτέ άλλοτε δεν έγινα τόσοι χοροί στην
Μανσούρα. Οι μεγάλοι κινηματογράφοι αφαιρούσαν τα καθίσματα και μετατρέπονταν
σε σάλες χορού. Οι ορχήστρες δεν έλειπαν, οι αδειούχοι μπαρουτοκαπνισμένοι
αξιωματικοί, καθώς και οι ωραίες κυρίες. Τα μπαούλα είχαν ανοίξει και οι νέες κοπέλλες
δανείζονταν μακρυά βραδυνά που επιδέξια δάκτυλα «τρύπωναν» πάνω τους, για να
ξηλωθούν το άλλο πρωϊ περιμένοντας την επόμενη «ενσάρκωση».
Οι περιπέτειες λίγες, τα ειδύλλια όμως πολλά. Την ευόδωση ή μη, την ανελάμβανε ο μέγας αστάθμητος παράγων…
Στο Κάϊρο και στην Αλεξάνδρεια, θα καταφύγει η εξόριστη Ελληνική Κυβέρνηση, η Βασιλική οικογένεια και πλήθος πολιτικών και στρατιωτικών. Οι πολιτικές αντιπαραθέσεις έντονες, θα έχουν αποκορύφωμα τα κινήματα στην Μ.Ανατολή. Η μάχη του Ελ Αλαμέϊν θα δείξει τον δρόμο που τελικά θα κλίνει η ζυγαριά του πολέμου και το 1944 θα σημάνει την απελευθέρωση της Αθήνας, αλλά και την έναρξη του Εμφυλίου.
Αυτά τα μεγάλα γεγονότα δεν φαίνεται να επηρεάζουν την ζωή στην Μανσούρα, τουλάχιστον όπως μας παραδίδεται στην προφορική οικογενειακή ιστορία. Όταν χρόνια μετά ρώτησα τον θείο Τάκη Γεράσιμο, γιά τα όσα αναφέρει ο αγαπημένος μου συγγραφέας Στρατής Τσίρκας στην τριλογία του Ακυβέρνητες Πολιτείες, εκείνος άνθρωπος έμπειρος και γαλήνιος, απλώς παρατήρησε: δεν συνέβησαν έτσι τα πράγματα.
Η εξιστόρηση των παραπάνω γεγονότων γίνεται λεπτομερειακά από τον Άγγελο Στ. Βλάχο, εναν άλλο Μανσουριανό, γεννημένο το 1915, γιό του δικαστή των Μικτών δικαστηρίων Σταύρου Α. Βλάχου, ανηψιό και πρώτο εξάδελφο των εκδοτών Γεωργίου και Ελένης Γ. Βλάχου.
Επιτυχών στις εξετάσεις του Υπουργείου Εξωτερικών του 1939, υπηρέτησε στο Κρυπτογραφικό του Υπουργείου και διαλαθών των οικογενειακών πιέσεων, κατετάγη εθελοντής στο Αλβανικό. Στην Κατοχή, δραπέτευσε στην Μέση Ανατολή, όπου από το Υπουργείο Εξωτερικών, έζησε εκ των έσω τα δραματικά γεγονότα. Επέστρεψε με την Κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου μέσω Ιταλίας στην Ελλάδα.
Οι γλαφυρότατες περιγραφές του της εποχής, περιλαμβάνονται στον Α! Τόμο της αυτοβιογραφικής του σειράς " Μιά φορά κι' ένα καιρό, ένας Διπλωμάτης".
Μετά το 1945, η ζωή συνεχίζεται ειρηνική στην Μανσούρα, με καλέσματα στην εξοχή, με εκδρομές στις κοντινές θάλασσες του Μπαλτίμ ή του Ρας Ελ Μπαρ.
Οι συνθήκες βέβαια του καθενός οικογενειακές, οικονομικές ή προσωπικές διαφέρουν, αλλά όλοι μοιράζονται τα όσα μέσα υπάρχουν με καλή διάθεση και οι φωτογραφίες αποπνέουν μιά αρμονία.
Το 1949 βεβαίως πλησιάζει, με το τέλος των Διομολογήσεων και των Μικτών Δικαστηρίων, που θα σημάνουν την Αλλαγή Εποχής και αυτό με κεφαλαία!
Ελληνική Λέσχη Μανσούρας ; καθήμενες αριστερά και δεξιά οι αδελφές Γερασίμου
Φωτογραφίες και κείμενο © Γιάννη Καλλιανιώτη
Στον ακόλουθο σύνδεσμο, όποιος ενδιαφέρεται, θα δεί το 1ο μέρος της ζωής του πατέρα μου, 1915-1949, από Μανσούρα -Αλεξάνδρεια.
thymamai@remembering (katipouthymithika.blogspot.com)
Η συνέχεια στο δεύτερο μέρος, κοινή και γιά τους δύο, με την οικογενειακή ζωή στην Αλεξάνδρεια 1949-1979.....................